Τα πρώτα βήματα της επιχείρησης, 1905 -1916

Ενότητα: Το ιστορικό της επιχείρησης -
Εκτύπωση

Ο Κώστας Μπέης (αριστερά) στις αρχές τις δεκαετίας του 1920Το ούζο αγορασμένο από ποτοποιούς ή από μεμονωμένους παραγωγούς, έστεκε μέσα στις παλιοκαιρισμένες «νταμιτζάνες», δίπλα στην πραμάτεια του μπακάλικου.

Μερακλήδες πελάτες, κυρίως χωρικοί, που κατεβαίνουν στα «Ταμπάχανα» για να πουλήσουν και να αγοράσουν διάφορα είδη, μπαίνουν στο μαγαζί και ζητούν το καραφάκι τους. Το καραφάκι που υπολογίζεται σε 50 «δράμια» (ένα δράμι ισούται με 3 περίπου γραμμάρια) συνοδεύεται από μερικές ελιές, ένα κρεμμύδι, λίγο ψωμί και στο κατακαλόκαιρο μιας ντομάτας. Το ένα καραφάκι φέρνει το άλλο, κόσμος μπαίνει και βγαίνει, κάποιοι έρχονται να προστεθούν στην παρέα ενώ κάποιοι άλλοι θα πάρουν ένα μικρό μπουκάλι μαζί τους για το σπίτι. Το μικρό μαγαζάκι από την μία στιγμή στην άλλη θα θυμίζεί «τεκέ» από τον καπνό, τις φωνές και τα ξαναμμένα πρόσωπα.

Μ’ αυτόν τον τρόπο και μέσα από συνεχείς ιστορικές αλλαγές και ανακατατάξεις το μπακάλικο αυτό θα συνεχίσει να λειτουργεί για την προσεχή δεκαετία. Λίγο μετά την απελευθέρωση, στις εκλογές του 1914, όταν πλέον η Μακεδονία έχει ενταχθεί στον εθνικό κορμό, ο Κώστας Πασχάλης 24 χρόνων πλέον, δηλώνει επισήμως την επαγγελματική ιδιότητα του ποτοποιού. Το ούζο από βοηθητικό προϊόν έχει γίνει το κύριο προϊόν (παραγωγικό πλέον) διακίνησης του καταστήματος, ενώ παράλληλα διατηρείται και ο αρχικός του χαρακτήρας, αυτός του μπακάλικου.

Το ξέσπασμα του 1ου παγκοσμίου πολέμου (1915) θα αποτελέσει μία ακόμη τραγωδία για τις Σέρρες. Η Ανατολική Μακεδονία παραδίδεται εκ νέου στους βουλγάρους με συνέπειες απίστευτα καταστροφικές για το ελληνικό στοιχείο. Χιλιάδες ελλήνων συλλαμβάνονται και μεταφέρονται ως «όμηροι» στην ενδοχώρα της Βουλγαρίας κάτω από άθλιες συνθήκες. Ανάμεσά τους και ο Κώστας Πασχάλης ο οποίος μετά από ενάμισι χρόνο ανείπωτων ταλαιπωριών θα επιστρέψει, με όσους κατάφεραν να επιβιώσουν, στην πατρίδα του.